άμπωτη

άμπωτη
ebb

Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary). 2015.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • άμπωτη — η η φυρονεριά: Η πλημμυρίδα και η άμπωτη μαζί αποτελούν το φαινόμενο της παλίρροιας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • άμπωτη — Η δεύτερη φάση της παλίρροιας …   Dictionary of Greek

  • παλίρροια — Το φαινόμενο της περιοδικής διακύμανσης της στάθμης των θαλασσών, το οποίο περιλαμβάνει δύο εναλλασσόμενες φάσεις, την πλημμυρίδα (άνοδος της θάλασσας) και την άμπωτη (κάθοδος της θάλασσας). Η π. προκαλείται κυρίως από τη μαγνητική έλξη της… …   Dictionary of Greek

  • άμπωτις — ( ιδος), η (Α ἄμπωτις) (νεοελλ. και άμπωτη) πτώση τής στάθμης τών υδάτων, τράβηγμα τών νερών αρχ. 1. στον πληθ. αἱ ἀμπώτιδες άμπωτις και πλημμυρίδα μαζί, παλίρροια 2. υποχώρηση, ελάττωση ρεύματος ή ροής 3. υποχώρηση, πτώση, ελάττωση. [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

  • αμπωτίζω — ἀμπωτίζω (ΑΜ) [ἄμπωτις] (για τη θάλασσα) υποχωρώ, παρουσιάζω άμπωτη …   Dictionary of Greek

  • ανάπωτις — ἀνάπωτις ( ιδος), η (Α) η άμπωτη* …   Dictionary of Greek

  • ανάρροια — η (Α ἀνάρροια) [αναρρέω] κίνηση υγρού προς τα πίσω αρχ. 1. άμπωτη 2. ανάκλαση του φωτός …   Dictionary of Greek

  • αναπωτικός — ἀναπωτικός, ή, όν (Μ) αυτός που αναφέρεται στην άμπωτη …   Dictionary of Greek

  • μετάρροια — μετάρροια, ἡ (Α) η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού μεταρρέω, η μεταβολή τής ροής προς άλλο μέρος, η μεταβολή τής κατεύθυνσης τής ροής προς τα πίσω, η άμπωτη («οἷον μεταρροίας εἴσω γινομένης τοῡ πνεύματος», Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μεταρρέω (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • παραγχυσία — και ποιητ. τ. παραγχυσίη, ἡ, Α λάκκος όπου λιμνάζουν νερά μετά από άμπωτη. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + ἐγχύω + κατάλ. ία] …   Dictionary of Greek

  • υπεράνθρωπος — Άτομο που στέκει πάνω από την ανθρώπινη δύναμη. Με άλλα λόγια, το ξεχωριστό, το δυναμικό άτομο, το πολύ πέρα από τα συνηθισμένα ανθρώπινα μέτρα. Ο όρος έγινε γνωστός κυρίως από τη σχετική θεωρία του Φρ. Νίτσε, που ιδανικό του ήταν ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”